Το ''καπέλο'' των μανιταριών agaricus benesii είναι 4-8 εκατ. ευρύ, κυρτό σε γενικές γραμμές. Η επιφάνεια είναι λευκή, ξηρή και αποχρωματίζεται προς το καφέ με την ενηλικίωση. Η σάρκα είναι λευκή, μεσαίου πάχους και όταν τραυματίζεται γίνεται ροζ-κόκκινη.
Η οσμή είναι η κλασσική του ''μανιταριού'' και η γεύση ήπια.
Τα βράγχια είναι κοντά, ροζ-καφέ και μαυριδερά-καφέ στην ενηλικίωση.
Το κοτσάνι έχει 5 με 11 cm ύψος, 1 με 2 εκ. πάχος, είναι ίσιο, με διευρυμένη τη βάση. Η επιιφάνειά του είναι λευκή, περισσότερο ή λιγότερο καλή στην κορυφή, με λεπτή κλίμακα προς το κάτω μέρος. Φέρει μερικό πέπλο, λευκό, μεμβρανώδες, δύο στρωμάτων. Η άνω επιφάνεια είναι ραβδωτή και η κάτω επιφάνεια φέρει φολιδωτά μπαλώματα.
Η σάρκα είναι λευκή, αλλά κόκκινίζει γρήγορα όταν τραυματίζεται.
Τα σπόρια είναι 5-6 x 3-4 mm, λεία, ελλειπτικά, με καφέ-μαύρο χρώμα.
Τα βρίσκουμε μόνα τους γύρω από κυπαρίσσια και πεύκα.
Καρποφορούν από τα μέσα έως τα τέλη του χειμώνα.
Τα μανιτάρια agaricus benesii είναι βρώσιμα.